Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

Η διάσωση του ρομαντισμού


Χάρος: Πρέπει να σώσουμε το ρομαντισμό!
Διογένης: Τι έπαθες στα καλά καθούμενα;
Χάρος: Αυτό που σου λέω. Πρέπει να σώσουμε το ρομαντισμό!
Διογένης: Νομίζω χρειάζεσαι διακοπές.
Χάρος: Όχι, φίλε μου. Δε χρειάζομαι διακοπές. Απλώς μετά από τόσα χρόνια βαρκάρης, αυτό συμπέρανα.
Διογένης: Τότε, ίσως χρειάζεσαι στροφή στην καριέρα σου. Έχεις σκεφτεί να ασχοληθείς με τον τομέα των πωλήσεων;
Χάρος: Με ειρωνεύεσαι;
Διογένης: Ίσως πάλι να σου ταίριαζε καλύτερα να ασχοληθείς με τον τουρισμό. Ξένες γλώσσες ξέρεις;
Χάρος: Με ειρωνεύεσαι.
Διογένης: Πρόδηλα. Πώς προέκυψε αυτός ο καημός για το ρομαντισμό ξαφνικά;
Χάρος: Εμένα που με βλέπεις, βρίσκομαι σε αυτό το επάγγελμα εδώ και αιώνες.
Διογένης: Και γιατί δε βγαίνεις στη σύνταξη; Μαζεύεις ένσημα; Εκεί μας κατάντησαν οι αλήτες…
Χάρος: Χαζομάρες! Δε γίνεται να βγω στη σύνταξη. Ίσως μοιάζει παράδοξο, όμως πιστεύω πως είμαι απαραίτητος για τη ζωή των ανθρώπων. Ή έτσι πίστευα κάποτε…
Διογένης: Πλέον δεν το πιστεύεις;
Χάρος: Πλέον δεν ξέρω τι να πιστέψω. Κάποτε οι άνθρωποι με θεωρούσαν δεδομένο και εμπρός στο ενδεχόμενο του θανάτου, έδιναν νόημα στη ζωή τους. Πλέον, οι άνθρωποι εξακολουθούν να με θεωρούν δεδομένο. Όμως…
Διογένης: Όμως, τι;
Χάρος: Όμως τον τελευταίο καιρό, δε δίνουν νόημα στις πράξεις τους, στα λόγια τους, στα πιστεύω τους.
Διογένης: Αισχρά όντα οι άνθρωποι τωόντι!
Χάρος: Διαφωνώ! Απλώς κάτι φαίνεται πως έχει αλλάξει και δε χαίρονται τη ζωή πραγματικά! Θεωρώ πως αυτό οφείλεται στην απώλεια του ρομαντισμού!
Διογένης: Τίποτα δεν άλλαξε! Πάντα το χείριστο είδος ήταν ο άνθρωπος! Ήταν, είναι και θα είναι!
Χάρος: Πώς μπορείς και είσαι τόσο πεζός;
Διογένης: Η συνήθεια βλέπεις…
Χάρος: Εγώ δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι είναι το χειρότερο είδος. Έχω γνωρίσει άπειρες ψυχές εδώ κάτω σε ετούτο το δρομολόγιο. Παλαιότερα, οι ψυχές που κλήθηκα να μεταφέρω, είχαν μια αίσθηση αυτοπραγμάτωσης όποτε με συναντούσαν. Έκριναν πως πέθαναν για ένα σκοπό, δίνοντας νόημα στη ζωή τους.
Διογένης: Κι έπρεπε να πεθάνουν για να δώσουν νόημα στη ζωή τους;
Χάρος: Ποιος ξέρει…
Διογένης: Μήπως γίνεσαι παρελθοντολάγνος;
Χάρος: Ενδεχομένως. Όμως, πλέον τη σήμερον ημέρα, τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Διογένης: Τι το διαφορετικό έχουν οι ψυχές του σήμερα;
Χάρος: Η βασικότερη διαφορά τους; Έχουν χάσει το ρομαντισμό τους. Αυτή η απώλεια οδηγεί στην απώλεια της ζωής τους. Δε χαίρονται όσο βρίσκονται στη ζωή κι έτσι δε χαίρονται όταν πεθαίνουν. Ξέρεις, ένας θλιμμένος θνητός είναι πάντα θλιμμένος νεκρός.
Διογένης: Τα θέλουν και τα παθαίνουν. Οι ανούσιες πράξεις οδηγούν σε ουσιώδεις απραξίες!
Χάρος: Ίσως είναι έτσι όπως τα λες.
Διογένης: Πάντως και παλαιότερα έτσι ήταν.
Χάρος: Κάνεις λάθος. Τα πράγματα έχουν χειροτερέψει. Πλέον έρχονται σκυθρωποί σαν να τους έλειψε κάτι από τη ζωή τους και πλέον είναι αργά για να το βρουν.
Διογένης: Τι τους έλειψε;
Χάρος: Ο ρομαντισμός!
Διογένης: Επιμένεις…
Χάρος: Ναι!
Διογένης: Απάντησε μου τότε σε δύο απλές ερωτήσεις «Πώς είσαι τόσο βέβαιος ότι η απώλεια του ρομαντισμού φταίει για αυτή την κατάσταση;» και «Εσένα τι σε ενδιαφέρει ο ρομαντισμός των ανθρώπων;»
Χάρος: Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος για τα πεπραγμένα των ανθρώπων. Όμως πλέον βλέπω άψυχες ψυχές στη βάρκα μου. Παλαιότερα οι νεκροί μου εξιστορούσαν τις πράξεις τους, μου μιλούσαν για τα ιδανικά τους, τις αξίες τους, για τη χαρά του να ζεις, να ερωτεύεσαι, να πονάς, να πεθαίνεις για κάτι που αγαπάς. Πλέον νεκρική σιγή. Πέθανε ο ρομαντισμός και δεν έχω χώρο στη βάρκα μου.
Διογένης: Πάρε ένα κότερο να κάνεις τη δουλειά σου!
Χάρος: Γίνεσαι γελοίος!
Διογένης: Κι εσύ ονειροπόλος…
Χάρος: Κάνεις λάθος!
Διογένης: Τα λάθη είναι ανθρώπινα κι οι άνθρωποι απάνθρωποι. Μη ζεις σε ψευδαισθήσεις!
Χάρος: Ίσως δεν έπρεπε να μιλήσω μαζί σου, τι ξέρεις εσύ από ρομαντισμό…
Διογένης: Εγώ ήμουν ο πιο ρομαντικός άνθρωπος που πάτησε σε αυτή τη γη.
Χάρος: Εσύ ήσουν ένας βρωμιάρης μισάνθρωπος, που ασκούσε κριτική στους πάντες.
Διογένης: Έκαστος στο είδος του. Τουλάχιστον εγώ ήμουν σε θέση να χαρώ και να εκτιμήσω την πραγματική ουσία της ζωής και της φύσης. Το μόνο που ζητούσα ήταν να μη μου κρύβουν τον ήλιο.
Χάρος: Η ζωή όμως δεν είναι μόνο ήλιος και ξάπλα. Η ζωή έχει πάθος, συγκινήσεις, όνειρα.
Διογένης: Τι ξέρεις εσύ για τη ζωή;
Χάρος: Φίλε μου, έχω γνωρίσει τόσους νεκρούς, που στο τέλος έμαθα τους ζωντανούς.
Διογένης: Δεν πρόκειται για σημεία των καιρών! Πάντα έτσι ήταν.
Χάρος: Εγώ θέλω να πιστεύω ότι πρόκειται απλώς για κάτι παροδικό. Είναι κρίμα οι άνθρωποι να χαραμίζουν έτσι τη ζωή τους.
Διογένης: Δε μου απάντησες όμως. Προς τι τόσο ενδιαφέρον για το ρομαντισμό των ανθρώπων;
Χάρος: Τους φθονώ! Είχαν την ευκαιρία να ζήσουν και τη χαράμισαν. Και δεν έχουν
ιστορίες να διηγηθούν πλέον ή δεν έχουν διάθεση να διηγηθούν. Οι ψυχές έρχονται και μένουν σιωπηλές καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Και πίστεψε με, δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από ένα ταξίδι με νεκρούς χωρίς ιστορίες!
Διογένης: Κατά βάθος την πάρτη σου κοιτάζεις φίλε μου, παρότι δεν το ομολογείς…
Χάρος: Ίσως. Ποιος ξέρει… Πάντως θα με ενθουσίαζε να ξανακούσω τις ιστορίες τους. Θα πέθαινα για κάτι τέτοιο!
Διογένης: Τώρα ποιος ειρωνεύεται ποιον…;
Χάρος: Πάψε…